herinna

herinna

Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2024

Η φύση του έρωτα

Το "άχθος των αποίητων ερώτων". Το βάρος της ψυχής λοιπόν που οδηγεί στην απόλυτη εσωστρέφεια κι από εκεί, στη θεραπευτική έκφραση¨. Διάβασα σε κείμενο σπουδάστριας της δημιουργικής γραφής, στην προσπάθειά της να συνδέσει τον ανεκπλήρωτο έρωτα με την ποιητική γραφή.

Ένα μέρος καθαρά θεωρητικό για τις φάσεις του έρωτα που αληθεύει εν μέρει, γιατί η συγγραφέας του εν λόγω κειμένου μιλάει για στάδια που ακολουθεί το ένα του άλλου, ενώ πάρα πολύ εύκολα μπορούν να δουλεύουν όλα ταυτόχρονα, για έναν ποιητή που βιώνει τη διάρκεια και το τέλος του ανεκπλήρωτου ονείρου. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας δεν γεννιέται στο μυαλό, δεν είναι δημιούργημα της φαντασίας. Είναι έρωτας υπαρκτός δυο προσώπων που δεν έφτασαν παρά τη ένταση, στο υπέρτατο σημείο της συνευρεσής τους. Ο ανεπκλήρωτος έρωτας δεν είναι Πλατωνικός. Είναι βιώσιμη κατάσταση δυο ανθρώπων που ζουν το θαύμα και το δράμα ταυτόχρονα. 

Στα μεγάλα ερωτικά ποιήματα και μυθιστορήματα, από τον Σαίξπηρ μέχρι τον Τολστόι και από τον Βιτσέντζο Κορνάρο μέχρι τον Ρίτσαρντ Βάγκνερ, (Τριστάνος και Ιζόλδη) η απαγόρευση, είναι η γενεσιουργός δύναμη των εντονότερων ερωτικών συναισθημάτων, μέσα στα οποία κυρίαρχο ρόλο κατέχει η απελπισία του ανεκπλήρωτου. Πιο γλαφυρά και προσαρμοσμένο στη σύγχρονη εποχή,  το εκφράζουν οι Ελύτης και Ρίτσος. 

Στα μεγάλα αυτά έργα, σπάνια ο έρωτας οδηγείται σε ευτυχή κατάληξη. Ο Σαίξπηρ σκοτώνει τους ηρωές του, ο Τολστόι το ίδιο, ο Βάγκνερ το ίδιο. Μόνο ο Κορνάρος αρνείται την τραγική κατάληξη των ηρώων του και τους οδηγεί αριστοτεχνικά και επαναστατικότερα από οποιονδήποτε άλλο, στο ευτυχές τέλος. 


Ας γυρίσουμε στους ποιητές των ανεκπλήρωτων ερώτων. Τα πράγματα δεν ακολουθούν μια πορεία, όπως τη φαντάζεται κάποιος, που επιχειρεί να γράψει για τη φύση του έρωτα.

Στο ποιήμα της "Μόνο γιατί μ' αγάπησες" Η Πολυδούρη γράφει. "Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη, μένα η ζωή πληρώθη". Ο έρωτάς της για τον Καρυωτάκη ήταν απελπισμένος, όπως και του ίδιου του ποιητή γι' αυτήν. Η ένωση αδύνατη. Από που ήρθε η πλήρωση που γέμισε το τεράστιο κενό της απώλειάς του, και της μεταξύ τους απόστασης μέχρις αυτήν; 

Αυτό που αγνοεί ο κόσμος της θεωρίας είναι η κατάργηση των συναισθηματικών φραγμών, στο απόλυτο άνοιγμα της καρδιάς. Η επίτευξη ενός εξαγνισμού που λαμβάνει χώρα από την πρώτη  ομολογία των ερωτευμένων και η επιστροφή στην αρχέγονη εσωτερική αναγνώριση κι επικοινωνία. Ο ανεκπλήρωτος έρωτας είναι το "θέλω" της ψυχής σε αντίθεση με το "θέλω" της ωφεμιλιστικής σκέψης. Είναι το γέμισμα κάθε κατονομασμένου και ακατανόμαστου κενού. 

Η φύση του έρωτα έχει αλλοτριωθεί από τις άλλες ανάγκες που σπρώχνουν τον άνθρωπο να μεταφράσει τα συναισθηματά του λάθος. Ανάγκες πιο εύκολο να καλυφθούν από σχέσεις αποδεχτές, νόμιμες, θεμιτές και συμβιβασμένες. Με τα χρόνια μαθαίνει κανείς να νιώθει καλά και άνετα, άλλωστε ανεξαρτήτως βαθμού επικοινωνίας οι ανάγκες αυτές φέρνουν τους ανθρώπους κοντά. Τους κάνουν συντρόφους μεγάλων περιόδων στη ζωή ή και συντρόφους ζωής. Η φύση του έρωτα δεν αλλιώνεται  παρά μόνο στα χέρια των ποιητών και των συγγραφέων με ποιητικό όραμα. Είναι οι μόνοι που δεν παραιτούνται από αυτήν, οι μόνοι ικανοί να αναγνωρίζουν τη διαχρονικότητα της δύναμής του, το δράμα του αλλά και την λύτρωση της ψυχής, στο δρόμο της προς την τελείωση. Ή τουλάχιστον οι μόνοι που είναι ικανοί να το αντιληφθούν και να το εκφράσουν. 

"Μένα η ζωή πληρώθη" Εμένα η ζωή μου έφτασε στον απώτερο στόχο της, η ψυχή μου ανέβηκε στα ψηλότερα επίπεδα, η γνώση μου για τον κόσμο όλο, τα γιατί των αναξήγητων ανθρώπων, στα μεγαλύτερα βάθη της. Γιατί είδα, ένιωσα, έζησα, την απόλυτη αποδοχή, την μόνη εκπλήρωση της ζωής, σε μια ένωση που προγήθηκε της σωματικής, σε μια αναγνώριση και ταύτιση που αψήφησε τα γήινα δεδομένα. 

Ξέρουν οι ποιητές των ανεκπλήρωτων ερώτων τι γράφουν, αφού δεν γράφουν με τα χέρια και το μυαλό. Τίποτα δεν τους υποδεικνύει στη γραφή τους ένα γεμάτο άρτιες τεχνικές μυαλό, ένα μεγάλο ταλέντο, αν δεν έχουν βαπτιστεί μέσα στην κολυμπήθρα ενός τέτοιου έρωτα, αν δεν έχουν νιώσει το διαχρονικό ζητούμενο να πληρώνεται, "σε τούτη τη ζωή την ανεκπλήρωτη" αν δεν ξέρουν πως δεν υπάρχει τρόπος και δρόμος επαναφοράς, μα ούτε και χρόνος για μεμψιμοιρίες. Η ψυχή ξέρει πως πρέπει συνεχίσει το δρόμο της περνώντας μέσα από αυτόν τον γεμάτο συμβιβασμούς κόσμο, μα τώρα έχει μαζί της την εικόνα της τελείωσης, ξέρει πως δεν θα είναι ποτέ ξανά μόνη και πως καμιά μεταμφίεση δεν θα μπορέσει να την ξεγελάσει. Βαδίζει στον δικό της ουρανό που δεν είναι άδειος. 

Ο ποιητής μελαγχολεί, πονά, ανακαλεί, παρακαλά, μυρίζει, υποφέρει, αλλά ποτέ δεν παύει να είναι παραδομένος στη φύση του έρωτα, να αντλεί την έμπνευσή του από τις εντάσεις του και την ευτυχία του από τη διαπίστωση της αθανασίας του. Και είναι αυτό ακριβώς το ανεκπλήρωτο που τον κάνει αθάνατο. 

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2024

Ασύληπτη ταινία

Ευτυχισμένη μέρα σήμερα.

Τράβηξα το συρτάρι προσεκτικά.

Είχε μέσα τρία κουτάκια φυλαγμένα.

Δεμένο με κόκκινη κορδέλα ήταν το ένα,

γαλάζια το δεύτερο,

και ροδαλί γλυκό το τρίτο.

Έλυσα το πρώτο, το άνοιξα,

και ξεπετάχτηκαν από μέσα του

όλα τα λατρεμένα "σ' αγαπώ".

Έπεσαν κάτω αθόρυβα, ξερά,

εκτός από ένα

που  ολοζώντανο

 πέταγε γύρω μου σαν πεταλούδα 

και μου χάιδευε τη μύτη

για να μυρίσω την ευτυχία 

που ακόμα κουβαλούσε.

Το δεύτερο το άνοιξα πιο προσεκτικά

αλλά δεν κατάφερα να σταματήσω τη θάλασσα.

Και βρέθηκα μέσα στο μαγικό της βυθό

χωρίς φιάλη οξυγόνου ν' αναπνέω,

 μια αγκαλιά ήταν τα νερά της που μ' άφηνε

να παίζω μέσα της, να στριφογυρίζω

 μ' οδηγούσε στα πολύχρωμα κοράλλια

και μού' δειχνε τα μυστικά των βυθών.

Και μέσα από το τρίτο, ροδαλί κουτί,

βελούδινα χείλη καυτά φίλησαν τα δικά μου

ψιθυριστά με χάιδευαν οι λέξεις.

Τι χρώματα, βυθούς κι αρώματα 

μέσα σε μουσικές αιώνια ταγμένες

απλόχερα μου χάρισες ζωή μου!

Μεγάλο το απόθεμα της ευτυχίας.

Ασύληπτη ταινία κι αξεπέραστη

στη μικρή της καρδιάς μου οθόνη.






Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2024

Συγνώμη

 Ζητώ συγνώμη από τους αναγνώστες μου, στο τελευταίο Post φλόγα αγάπης, είχαν μείνει μέσα και τα πρόχειρα. Μάθατε και πως δουλεύω τα ποιήματα, τι πετάω τι αφήνω. Για καλό όλα στο τέλος. 

Σπουργιτάκι 2

 Ήρθες ξανά σπουργιτάκι μου

Τι να σου δώσω τώρα;

Ψάχνεις χοροπηδώντας γλυκά

τα σπόρια και τα ψίχουλα

της δυναμής σου.

Δεν έχω μικρούλη πολλά

Να!

πάρε μια χούφτα νεράκι από τα μάτια μου

πάρε κι ένα κομματάκι ψύχας

για το δρόμο

μη την κοιτάς περίεργο

από τι είναι καμωμμένη

κοίτα πόσο τρυφερή για σένα τη ζύμωσα

για να μπορείς να χώνεις το ράμφος σου μέσα της

και να την κόβεις. 

Πήγαινε τώρα πήγαινε...

Αν δεν μπορείς να μείνεις για πάντα εδώ

καλύτερα να μην αργήσεις. 

Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2024

Κι όμως

 Κι όμως αν με ρώταγε κάποιος

αν θα επέλεγα ξανά

τους ίδιους δρόμους

αν θ' άφηνα ξανά τις πύλες ανοιχτές 

για να περάσει με το άρμα του χρυσός

ο ήλιος της καρδιάς μου

αυτός που όταν θρονιαστεί μέσα της 

την κατακαίει

ναι θα έλεγα. 

Ναι

στο θεσπέσιο τραγούδι που

τ' αυτιά προλαβαίνουν ν' ακούσουν

 τα χείλη να ψιθυρίσουν

η ψυχή μ αυτό ν' ανθίσει.

Ναι

στην απέραντη τρυφερότητα του βλέμματος

στο βαθύ της αθανασίας φιλί

κι ας πεθάνω.

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024

Ενός λεπτού σιγή

 Σε δρόμους έρημους παραπατώ

κάτω απ' τα μάτια τ' ουρανού

το χλευασμό της πλάνης.

Μακριές οι πλευρές της περίφραξης

που μέσα της φυλάκισε τον παραδεισό μου,

δορυφορίζω γύρω τους  για ένα άνοιγμα,

αχ να σωθεί!

Ηλεκτροφόρα όμως

έκαψε τα χέρια μου

και οι κάμερες ακολουθούν τα βηματά μου. 

Ένας στρατός επί σκοπόν 

και  σημαδεύει

τον πιο επικίνδυνο εχθρό του οχυρού του,

φτωχή καρδιά μου...

Άχρηστα και τα σχεδιαγράμματα του χώρου

Συναργερμοί χτυπούν με κάθε  ψίθυρο της σκέψης

άβατο 

στη μετάλλαξη του ερωτά μου

Άσκοπη αιματοχυσία

γι' αυτή τη θλιβερή κατάντιας παρωδία.

Πόσο ακριβό το τίμημα...

Πόσοι νεκροί για να σωθεί η βασίλισσα

μετά την προδοσία! 

Ενός λεπτού σιγή λοιπόν

στο μνημείο των πεσόντων,

Ελπίδα, Πίστη,  Απαντοχή

της Φαντασίας οι οδηγοί

του Σεβασμού οι σκλάβοι,

της Κατανόησης οι υποτακτικοί

και της Υπομονής οι ινδιάνοι. 










Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024

γυμνή δύναμη

 Θα συνεχίσω

Γιατί δεν έχει σημασία αυτός ο κόσμος ο μικρός

με όλα τα μικρά που τον συνοδεύουν.

Εμείς ψυχή μου ζήσαμε τα μεγάλα

γυμνοί από  άμυνες

καλυμπήσαμε στη χαρά της αποδοχής

σε μέρη που τα μάτια δεν ανιχνεύουν εχθρούς

και δεν ακούνε τ' αυτιά σφυρίγματα  φιδιών

Σε μέρη που μόνο το θάρρος του πάθους σε πάει

θα συνεχίσω έτσι μοναχή

στην πόλη που έσφυζε ζωή κι έχει ερημώσει

από αγάπες που εξαντλήθηκαν στο δρόμο

βορά στα νύχια της ακινησίας

και του φόβου

στις σειρήνες της παραπλάνησης

στα τρωκτικά της πίστης

στους λεηλάτες της δύναμης.

Θα σ' αγαπώ 

με τη δύναμη που μού' δωσε η φροντίδα σου

ζωή

ζωή μου

που μέσα απ' τα σκοτάδια με περνάς

και πάντα μες στα ξέφωτα με βγάζεις.

Θα σ' αγαπώ ακόμα και γι' αυτά

που μου στερείς ή που μου παίρνεις

αφού ακόμα έρχονται στο δρόμο μου

οι πεταλούδες

γεμάτες χρώμα και μηνύματα

αλκυονίδες της ψυχής 

μες στο χειμώνα

ακόμα και η ένωση με το σώμα του ονείρου 

μπορεί ν ακολουθήσει

όλα μπορούν να συμβούν

στα έρημα μονοπάτια

της αναζήτησης σταθμεύοντας

στις πολλές της ψυχής μου οάσεις

στο μακρύ της ταξίδι. 

Και πόσες φορές στα νερά τους ξεδίψασα

και πόσες φορές στο φιλί τους τα μάτια μου ανοίξαν...






Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

Ούτε για μια στιγμή


Άθικτες, άφθαρτες, αγνές

 ροδομάγουλες μνήμες

οι ψυχές που εισέπνευσαν αγάπη

άχρονη, αγεωγράφητη, και αιθέρια

μέσα στο γήινο κουβούκλι της

το πονεμένο.

Ούτε για μια στιγμή 

δεν λυπήθηκαν τα έξοδα

από το σάκο των συστατικών τους

κι ούτε για μια στιγμή ο στεναγμός

δεν κατάφερε να διακόψει

την προσηλωσή τους.



Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2024

Το σπουργιτάκι


Αχ ψυχούλα μου εσύ

πως να σε κάνω να μ' εμπιστευτείς

να μην τρομάζεις...

Κάθε μέρα το ίδιο βιολί

ρίχνω φαγητό στην αυλή

για ένα σπουργιτάκι με σπασμένο φτερό

που με φοβάται

όταν δεν είμαι εκεί έρχεται και τρώει

κι όλη η αγωνία μου είναι να έρχεται

κι όταν θα γίνει καλά

γιατί θα γίνει.

Αχ ψυχουλάκι μου εσύ,

πως να σε κάνω να μ' εμπιστευτείς

να μ' αγαπήσεις...


Αγάπη


 Ένα θεσπέσιο τριαντάφυλλο γεμάτο αγκάθια

είναι η αγάπη

που άμα πεις να τ' αφαιρέσεις

να καθαρίσεις το βλαστό, να το κρατήσεις,

θα χάσει τη ζωντανιά του

θα μαραθεί

και στα χέρια σου πια θα κρατάς

ένα νεκρό λουλούδι.

Άστο εκεί που βρίσκεται

να υπάρχει, 

να γεμίζουν τα μάτια σου

φως και χρώμα

η ψυχή σου πεθυμιά, 

οι αισθήσεις σου άρωμα

το σώμα σου έξαρση αναμονής

άφησέ το να υπάρχει

κόντρα στους ανέμους

και αν αντέχεις, άγγιξέ το 

ίσα μέχρι της καρδιάς σου το αίμα

να χυθεί πάνω του

για να γίνει ακόμα πιο κόκκινο

και πιο σπαρακτικά επιθυμητό. 

Είναι ζωή και ομορφιά 

η αγάπη 

πονάει σαν τριαντάφυλλο 

αν πας να την κόψεις

μα σ' ανασταίνει σαν άνοιξη

όταν ανθίζει.

Μάθε επιτέλους να περιμένεις την άνοιξη.




Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2024

Δύο αποσπάσματα από το Α' Και Β' μέρος του βιβλίου


 Ενημερώνω τους αναγνώστες μου ότι το βιβλίο που έρχεται, έφυγε από εμένα με τον τίτλο, "Ιστορίες πολέμου και ειρήνης" Και κατά πάσα πιθανότητα έτσι θα βγει στην αγορά. 

Παραθέτω ένα απόσπασμα από το πρώτο μέρος του βιβλίου "ταραγμένες ζωές σε καιρό πολέμου"

Από το διήγημα "ΟΙ ΠΡΙΜΟΥΛΕΣ ΤΗΣ ΑΝΝΑΣ"

"Κάτω από τα μάτια μου, ένα προκλητικό γαλάζιο άρχισε να λικνίζεται στον αέρα, πήγαινε κι ερχόταν σκορπίζοντας στις διαδρομές του μνήμες από αλλοτινές εποχές, εικόνες και συμβάντα που εγώ ήμουν ανίκανη να μεταφράσω.

Αποφάσισα να γεμίσω όλη την αυλή μου με αυτές. Ξερίζωσα τις μαραμένες προσπάθειες και στη θέση τους φύτεψα μασχάλες από το λουλούδι, το οποίο ήλπιζα, να καταλάβει όλη την αυλή με τα δυο υπέροχα χρώματά του. Όταν τέλειωσα τη δουλειά αυτή, έφτιαξα έναν καφέ και βγήκα να τον απολαύσω στο τραπέζι της αυλής. Το τραπέζι μου αποτελείται από μια παλιά πλάκα λευκού μαρμάρου που βρήκα πεταμένη μετά την κατεδάφιση ενός γειτονικού προσφυγικού και μια βάση από σίδερο που έφτιαξα μόνη μου. Όταν δεν βρέχει, τις περισσότερες ώρες της μέρας μου τις βγάζω σε αυτό, ακόμα και το χειμώνα. Έχω την ευκαιρία να εργάζομαι πάνω του ακούγοντας τους παλμούς του δρόμου και τους ανθρώπους στις καθημερινές τους ασχολίες. Συχνά πυκνά σταματάει το φορτηγάκι του ο ψαράς μπροστά στην αυλή, και καθώς περιμένει να πουλήσει τα ψάρια του, πιάνω μαζί του κουβεντούλα.

Εκείνη τη μέρα, ο ψαράς με ρώτησε. «Την ξέρεις την ιστορία αυτού εδώ του λουλουδιού;

Του είπα πως ξέρω ότι το έφερε μια οικογένεια προσφύγων και τίποτα περισσότερο».

-Άκου λοιπόν τι ξέρω εγώ για το σπίτι σου.

Η οικογένεια που έμενε εδώ, απέκτησε κάποτε περιουσία, αλλά το σπίτι αυτό, δεν το άφησε για να πάει σε άλλο, καλύτερο. Αντίθετα ο άντρας, ήταν μερακλής και κάθε τόσο το έβαφε, το ανακαίνιζε και κλάδευε την πρίμουλα. Της είχε μεγάλη αδυναμία.

Βλέπεις μετά τον πόλεμο του σαράντα, ο γιος του είχε προσχωρήσει στον Ελληνικό Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό και ζούσε με τους άλλους αντάρτες πάνω στα βουνά. Κάθε φορά που κρυφά επισκεπτόταν την οικογένειά του, έκοβε ένα κλαδί με δυο τρία λουλούδια από την πρίμουλα και το έπαιρνε μαζί του φεύγοντας. Έβαζε το ένα λουλούδι στο αυτί του και τα άλλα στην τσέπη του. Είχε ένα κορίτσι πάνω στο βουνό που τον περίμενε να γυρίσει και κάθε φορά, της έδινε ένα τέτοιο ανθάκι.

Μετά τη συνθηκολόγηση στη Βάρκιζα, όπου ο ΕΛΑΣ κατάθεσε τα όπλα του και οι άντρες του κυνηγήθηκαν ως τα σύνορα, πολύς ήταν ο κόσμος, ο περισσότερος, που δεν πρόλαβε να περάσει σε γειτονική χώρα. Όπου τους έβρισκαν τους θέριζαν επιτόπου. Ο Μάρκος, μοναχοπαίδι του μερακλή νοικοκύρη εδώ, δεν είχε δώσει σημεία ζωής. Την τελευταία φορά που έφυγε με το λουλούδι στην τσέπη του, είχε φιλήσει τους γονείς του, με τα λόγια «καλή αντάμωση» μα ήξεραν και οι δυο πλευρές, πως αυτό ήταν το αντίο τους.

Πέρασαν μήνες. Όσοι γλύτωσαν από το κυνηγητό επέστρεψαν στα σπίτια τους και μερικοί μπόρεσαν να πείσουν τις αρχές, ότι καμιά σχέση δεν είχαν με το αντάρτικο. Ο Μάρκος όμως πουθενά. Μάταια οι γονείς περίμεναν την επιστροφή του ή κάποιο νέο γι’ αυτόν.

 

Μια μέρα ξαφνικά, έκανε την εμφάνισή της στο σπίτι μια κοπέλα που η οικογένεια δεν είχε ξαναδεί. Τους είπε ότι την έλεγαν Άννα, πως ήταν η κοπέλα του Μάρκου .Την αγκάλιασαν σαν παιδί τους, κι εκείνη τους είπε όσα ήξερε.

Πάνω στην κορφή του Υμηττού, είχε φυτρώσει μία μοναδική πρίμουλα, δίχρωμη, με βυσσινιά και γαλάζια άνθη. Αυτό δεν το θεωρούσε καθόλου τυχαίο και οι γονείς που το άκουσαν, ταράχθηκαν Πήγαν λοιπόν περπατώντας μέχρι το σημείο που η Άννα είδε το λουλούδι κι ο πατέρας του Μάρκου έσκαψε προσεχτικά, μέχρι που το φτυάρι του χτύπησε πάνω σε μια μπότα. Αποκαλύφθηκε το σώμα του Μάρκου, με όλη τη φρίκη που φέρνει στους ζωντανούς η διαδικασία του θανάτου και η αποσύνθεση και αφού μάζεψαν όλο το κουράγιο τους οι αγαπημένοι του, άρχισαν να προσέχουν τις λεπτομέρειες. Ο Μάρκος είχε σκοτωθεί σε μια μάχη κατά την υποχώρηση, θα πρέπει να πέθανε γρήγορα, είχε ωστόσο προλάβει να βγάλει από την τσέπη του την πρίμουλα, που την κρατούσαν τώρα τα σκελετωμένα χέρια του πάνω στο στήθος κι έτσι τον έθαψαν οι σύντροφοί του.

Η πρίμουλα έβγαλε κλωνάρια στα χέρια του, φύτρωσε και πέρασε πάνω από τη γη και τη γέμισε με τα δίχρωμα λουλουδάκια. Πήραν το Μάρκο και τον κατέβασαν στο νεκροταφείο, προσέχοντας να μην καταστρέψουν το φυτό κι έκτοτε αυτό παραμένει πάνω εκεί και πολλαπλασιάζεται, να πας κάποια μέρα να το δεις."


Απόσπασμα από το β' μέρος "Ταραγμένες ψυχές σε καιρό ειρήνης" 

ΤΟ ΝΥΧΤΟΠΟΥΛΙ ΚΑΙ Η ΓΥΝΑΙΚΑ

"............Το πουλί που ονόμαζαν αηδόνι έχασε τη δυναμή του. Τροφή δεν έβρισκε σωστή, νερό να δροσιστεί και να υγράνει το λαρύγγι, έπρεπε να δεχτεί το θάνατο για λύση, η να προσαρμοστεί στον κόσμο των «απέξω» και περίμενε το δειλινό για ν’ αποφασίσει που θα πλαγιάσει.

Αλλά το δειλινό κάθε μέρα αργούσε. Κι όταν τελικά απλωνόταν στους γυμνούς λόφους, λίγο κρατούσε, ενώ η φωνή του δεν ήταν πια αηδονίσια καθώς στριγκός έβγαινε ο ήχος, στην αγωνιώδη αναμονή της σελήνης με το γλυκό της φως, γιατί μόνη αυτή φρόντιζε να του δείχνει τις λιγοστές πηγές του νερού και τις γωνιές της ανάπαυλας. Χωρίς κήπο δεν το αγαπούσε ο ήλιος,  παράφορος εχθρός της φωνής του είχε αποδειχτεί και το πουλί που ονόμαζαν αηδόνι αποφάσισε να ζήσει σαν ένα πουλί που όλοι έμαθαν πια ν’ αποκαλούν «νυχτοπούλι». Δεν κατάφερνε κανέναν να παρηγορήσει πια η φωνή του, και όλα τα ζωντανά πλάσματα έκλειναν τ’ αυτιά τους στο τραγικό τσιριχτό του, ξέχασαν τη θλίψη του χαμένου κήπου, κι έστησαν μόνο ένα μνημείο για τις πεταλίδες του ονείρου, που και σ’ αυτές άλλαξαν όνομα, τις είπαν ουτοπίες.

Μια νύχτα πάνω στη βεράντα ενός σπιτιού όπου καθόταν μια γυναίκα μόνη, το νυχτοπούλι προσγειώθηκε και την κοίταξε στα μάτια. Καθώς μέσα τους καθρεφτίζονταν σκοτεινές λίμνες, το πουλί μαγνητίστηκε από αυτές, ήρθε πιο κοντά  της και άρχισε να λούζεται στα ρυάκια του προσώπου της, να ξεδιψά στη θλίψη του ανεκπλήρωτου και όταν δυνάμωσε από αυτά, της είπε.

«Κάποια μέρα, θα επανέλθουν οι μνήμες. Η θλίψη είναι μια παρεξηγημένη ευτυχία, θα θυμηθούν οι άνθρωποι να το ξέρεις.  Όταν θα γίνει αυτό θ’ αναζητήσουν την αλήθεια. Όταν δεν θά χει απομείνει τίποτε να καταστρέψουν, θα στραφούν στους εαυτούς τους. Και μόνο τότε θα καταλάβουν πως οι κήποι της ευτυχίας δεν φυτρώνουν από μόνοι τους. Και για να συνεχίσουν να ζουν πρέπει να μάθουν να καλλιεργούν, να ξεχορταριάζουν, να φυτεύουν…»

Ύστερα το νυχτοπούλι απότομα τίναξε τα φτερά του, πέταξε κάτω από το φως της σελήνης και τόσο θεόρατο φαινόταν, που η γυναίκα τρόμαξε πως θα καταπιεί το φεγγάρι. Δεν έγινε έτσι. Το είδε μετά να μικραίνει ξανά και λίγο πριν χαθεί, άφησε τον πιο γλυκό ήχο στη φωτισμένη νύχτα, ολόιδιο με τον ήχο του πουλιού που ονόμαζαν αηδόνι.

Η γυναίκα που στη βεράντα καθόταν μόνη, έκλεισε την καρέκλα της και με τη συνοδεία της μακρινής λαλιάς, προχώρησε στο εσωτερικό του σπιτιού της με τις άδειες από παραστάσεις βελούδινες μπάντες στους τοίχους.

Και κοιτάζοντάς τες μονολόγησε με περίσκεψη. -Δεν υπάρχουν βελούδινοι κήποι.  Ας υπάρξει ένας αληθινός, με αγκάθια και μυτερά φύλλα, πόνο και ηδονή, μυρωδιές ζωής και θανάτου.- Σαν πουλί τραγούδησε, σαν αηδόνι φτιάχνοντας τον κήπο της κι όταν αυτός ήταν έτοιμος, ξάπλωσε μέσα του ευτυχισμένη.

Η γυναίκα που πάντα καθόταν στη βεράντα της τις νύχτες, δεν εμφανίστηκε ξανά σ’ αυτήν. Και από τα διπλανά διαμερίσματα υπέθεσαν πως θα είχε μετακομίσει. Οι υποθέσεις και οι εικασίες δεν είναι δέντρα που φυτρώνουν στους κήπους, φυτρώνουν σαν αγριόχορτα όμως μέσα στο μυαλό, καταλαμβάνοντας τους χώρους της γνώσης, της λογικής, και της έγνοιας. 




έρχεται

 




Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024

φωτογραφία Χ

 Φοράς ένα χαμόγελο ασάλευτο στο χρόνο.

Μια κουρτίνα λεμονίτα μπροστά απ' τη θυμησή μου,

τι να κινείται πίσω της...

Ίσως εκείνη η στιγμή που σου εξιστορούσα

για το κορίτσι που έγραφε μέσα στο καφέ 

πηγμένο από καπνό και τεστοστερόνη.

Μια εναλλακτιή της μοναξιάς της στο τραπέζι, 

σταυρόλεξο κάτι άλλο; δεν θυμάμαι...

Έχει χαθεί κι ο ήχος, λέγανε κάτι μέσα εκεί 

που προφανώς  ήθελαν ν' ακούσει

γιατί ο ένας από αυτούς τράβηξε την καρέκλα του 

μπροστά της.

Κι αυτή μες στο  τετράδιο έγραφε

"κοίτα που φτάσαμε, 

προκειμένου να μη χάσω το περασμά σου

βρέθηκα στα δόντια των λύκων"

Θυμάμαι την περιγραφή του μέρους, 

το κορίτσι...

Πάλι μπορεί να σ' έπιασε ο φακός 

την ώρα που την έβλεπες να κοιμάται 

έχοντας ακουμπισμένο στο μαξιλάρι της

έναν αστερία.

Σίγουρα είχες ακούσει ή δει κάτι που σ' έκανε να 

φυλακίσεις τον ήλιο στα μάτια σου.

Που να θυμάμαι...

Και ύστερα για τον παραλήπτη της περιγραφής, 

το παρελθόν μετατρέπεται σε μήνυμα

και κάθε μέσα του συμβάν σε έναν καλό οιωνό,

για φαντάσου όμως!

να πρέπει να φτάσεις μέχρι την κόλαση

για να τον φέρεις από εκεί, μέσα στο μέλλον...


Νά' μαι λοιπόν πάλι εδώ

μετέωρη, ανάμεσα στον Άδη και στον Όλυμπο

γιατί έχουν πεθάνει οι θεοί

και η μάνα της Άνοιξης μαζί τους.

Πως θα τελειώσει αλήθεια ετούτος ο χειμώνας;

Ακόμα και οι αμυγδαλιές αρνούνται ν' ανθίσουν.

Αν μπορούσα τουλάχιστον να θυμηθώ

τους ήχους

ή τις εκφράσεις ενός ανθρώπου ευτυχισμένου

πριν από το κλικ της κάμερας, πριν απ' το κλικ...

Δε βαριέσαι, 

εδώ οι ώρες συνεχίζουν να ρέουν, να φεύγουν,

με την ταχύτητα ενός πουλιού που βιάζεται να φτάσει

στην άλλη μεριά του πλανήτη. 

Και οι καλημέρες ολοένα λιγοστεύουν σε τούτο το μικρό 

μέρος της γης,

όχι γιατί οι άνθρωποι αρνούνται να τις ξεστομίσουν

αλλά γιατί δεν είναι πια εδώ για να το κάνουν.

Κι έδωσαν πριν να φύγουν εντολή στα χαμόσπιτα 

να κρατήσουν τις πόρτες ανοιχτές

μη σε περίπτωση περάσει κάποιος φίλος

να μπει και να φωνάξει, "-είναι κανείς εδώ;"

Έτσι σκέπτομαι πως σε λίγο καιρό

θα μοιάζει κι αυτό με την πόρτα

ενός τέτοιου σπιτιού.

Νομίζω πως ήδη ξεχωρίζω έναν απ' αυτούς τους μεντεσέδες

που την κρατάνε όρθια στη θέση της,

πεσμένο στη γη.

Κι όλ' αυτά επειδή ο χρόνος εδώ

 δεν έχει σταματήσει να κυλάει.

Το κατάλαβα τον πρώτο καιρό που έφυγε η κυρία Σταματία.

Φώναζα κάθε μεσημέρι,

γιατί δεν μου άρεσε που δεν την έβλεπα μπροστά στην πόρτα

-είναι κανείς εδώ;

Μέχρι που κάποια μέρα ήταν περιττό

αφού και η πόρτα της είχε καταρρεύσει. 

Έτσι που λες καρδιά μου συμβαίνει με τις θύμησες

και τα παιχνίδια που παίζει ο χρόνος με το νου μας.

Εμείς το λέγαμε ψυχή αλλά, 

από τότε που οι θεοί πέθαναν στον Όλυμπο,

ασάλευτα χαράζουν τα χαμόγελα 

οι λεπτοδείχτες. 








Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2024

Ελεγεία στα πρωινά της αγάπης

Παραδεισένια πρωινά που κέρδισες

αν θυμάσαι πως η αγάπη

σ' έχει ευλογήσει με την εύνοια της.

Κι αυτό που για πάντα πλέον  θα υπάρχει

δεν είναι τα ανεκπλήρωτα όνειρα

που θυμήθηκες μαζί της

αλλά η ίδια η ουσία της οξυγόνο στις φλέβες 

και η μετατροπή σου

από ένα ακόρεστο γεμάτο ανάγκες σώμα, 

σε μια ψυχή ικανή να μοιραστεί 

τα δώρα της με τους ανθρώπους.

Είναι η ευλογία της που θέλει να χαμογελάς

και  να' ναι το "ευχαριστώ" σου η καλημέρα,

που κάτι περισσότερο σου γνώρισε 

απ' τον μικρό εαυτό σου.

Γιατί  αυτή μόνο κατάφερε 

το θάνατο να νικήσει

το μαγικό ραβδί της διέλυσε τα σκοτάδια σου,

σε πήρε από τη δύση.


  



Τρίτη 16 Ιανουαρίου 2024

ταινία βουβή

 Θάλασσα οι λέξεις και μ' έπνιξαν

Τώρα μιλάω μέσα από το νερό

Δεν ακούγομαι 

πρέπει να επινοήσω κάτι άλλο

ίσως μια ταινία βουβή

σίγουρα μια ταινία βουβή

Κάποιες σκηνές όπως με κείνη τη γριά

καταμεσής του δρόμου που θρηνούσε

γέρνοντας τον κορμό της μπρος πίσω

κι έτρεξες γεμάτος αγωνία να την σηκώσεις

-Άστην, δεν θέλει, σου είπα


Ωραίο θέμα δεν συμφωνείς;

Συνέχισες να την τραβάς

κι ας ήξερες πως μόνη της λύτρωση ήταν ο θάνατος. 

Και πόσος καιρός πέρασε 

από τότε που είδαμε αυτή τη γυναίκα

στη μέση του δρόμου

έρημη να θρηνεί τα παιδιά της

Και πόσα χρόνια θεατές εμείς

ετούτης της γριάς αγάπης

που μας κλαίει

απλά και μόνο επειδή

την ήθελες να ζήσει...

 


Τι εννοεί ο ποιητής;

 Βαρέθηκα τις εξηγήσεις  που δεν οδηγούν πουθενά

Δεν θα εξηγώ  πια σε κανέναν

Γιατί γράφει έτσι κι όχι αλλιώς;

Τι θέλει να πει ο ποιητής;

Που χτυπάνε τα βέλη του;

Μήπως πρέπει να φυλαχτούμε;

Καλού κακού δεν του λέμε να σκάσει;

Να σκάσει αν υπονοεί την κυβέρνηση

τους πολιτικούς

Να σκάσει αν υπονοεί την οικογένεια

και τους σκελετούς της

Να σκάσει αν υπονοεί τον έρωτα

με τις... αμαρτίες του

Να σκάσει αν υπονοεί τους φίλους

με τις αφασίες τους

Να σκάσει γενικώς 

μόνο ζημιά κάνουν οι ποιητές

μέσα στη σιωπή των αμνών

να Σκάσουν λοιπόν.

Κι εγώ απαντώ

Σκάστε όλοι εσείς

γιατί εμποδίζετε τα πουλιά

ν ακούσουν το τραγούδι

που θα μεταφέρουν

για να ομορφύνουν τον κόσμο

Απλά

Σκάστε!

Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024

Με πήρε κι έφυγα

 Με πήρε κι έφυγα

με τα κουπιά του έσκισα τα σύννεφα

κι όταν εκείνα διαλύθηκαν

αποκοιμήθηκα στην πλώρη του

χωρίς να με νοιάζει πια 

 που με πηγαίνει

άκουγα ή ακούω ακόμα;

τα ξύλινα πλευρά του να τρίζουν

ένιωθα το ψηλό του κατάρτι να χορεύει

κι εγώ νανουριζόμουν με αυτή τη μουσική

ή νανουρίζομαι;

κρατς, κλίνγκ, κράτς, κλίνγκ

Τώρα πια ούτε καν κρυώνω

ούτε που ξέρω αν σώθηκα

ή αν έχω πεθάνει. 

Και στο καράβι αυτό 

τα όνειρα τραγουδάνε

και στο καράβι αυτό 

καπετάνισσα 

η θαλπωρή της αγάπης 

κι αφέθηκα...

Ποιος νοιάζεται αν σώθηκα

ή αν έχω πεθάνει...



Κυριακή 14 Ιανουαρίου 2024

Σιωπή

 Είμαστε και οι δυο σιωπηλές.

Γεμάτο οίκτο το ύφος σου

είναι καρφωμένο επάνω μου.

-Τον εαυτό σου να λυπάσαι, σου λέω.

Σκεβρώνεις.

-Σε περνάω 30 χρόνια

αλλά εσύ φαίνεσαι μεγαλύτερη από μένα.

Σου ξαναλέω.

Σκεβρώνεις κι άλλο.

-Αυτός δεν είναι λόγος να κάθεσαι μες στη βρωμιά

να πας να πλυθείς.

Φυσικά ξέρω πως δεν μπορείς από μόνη σου

να το κάνεις

αλλά κάποιον πρέπει να πληγώσω 

κι εγώ.

Λένε πως πληγώνουμε εκείνους

που αγαπάμε περισσότερο.

Πάρτο αυτό κιθάρα μου

πάρτο και κράτα το.

Ίσως μια μέρα αν το θυμάσαι,

αποφασίσεις να μου μιλήσεις ξανά. 

Ίσως μια μέρα αν το θυμάσαι

αποφασίσεις να μου μιλήσεις ξανά.



Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2024

Χάινριχ Χάινε/ μετάφραση Κώστας Καρυωτάκης








Ο θαυμαστός κόσμος της ποίησης και της λογοτεχνίας έχει δώσει τα ομορφότερα αριστουργήματα στην ανθρωπότητα. Κείμενα, πεζά και ποιήματα που εκφράζουν κάθε είδους συναίσθημα του ανθρώπου. Μια από τις αγαπημένες κατηγορίες αυτών, είναι ο έρωτας. Όταν, δε, αναφέρεται στον ανεκπλήρωτο έρωτα και στα απωθημένα, ένα από τα ποιήματα που μπορούν να τον περιγράψουν καλύτερα, είναι αυτό του Χάινριχ Χάινε, “Sie liebten sich beide” ή αλλιώς «Αγάπαγαν ο ένας τον άλλον». Για να γίνει ακόμα πιο συγκινητικό, είναι μεταφρασμένο στα ελληνικά από τον Κώστα Καρυωτάκη.





Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2024

Να σώζεις την αγάπη


Να σώζεις την αγάπη μέσα σου

ακόμη και γι' αυτούς

 που από φόβο την εξόρισαν

και περιφέρουν σκοτεινοί τη μοναξιά τους

Και να καλπάζεις στη ράχη της σελίδας σου

σαν αστραπή 

που θα σε πάει σε κόσμους ανονείρευτους

γιατί οι ονειρεμένοι

εμποδίζουν το αναπάντεχο να σε πλησιάσει. 

Να σώζεις την αγάπη μέσα σου

με το σπινθίρισμα της καρδιάς στα μάτια 

 του χαμογέλιου σου το φλοίσβο

 για τους διψασμένους. 

Ψάχνει και ο ήλιος τα σημάδια του τα πρωινά.

Να σώζεις την αγάπη μέσα σου. 












Περί συναισθημάτων, αρχών και αξιών.

Τι είναι το συναίσθημα; Μια σύγκριση ανάμεσα στις τωρινές και τις χθεσινές προσλαμβάνουσες. Μια σύγκρουση, ή μια συμφωνία, συμφιλιώση, αποδοχή. Επεξεργάζεται ο εγκέφαλος τις μνήμες και τις βάζει σε αντιπαρέθεση με το τώρα, σε παρόμοιες συνθήκες. Το "τώρα" προσπαθεί ν' αλλάξει το χθες ή να δημιουργήσει καλύτερες παραστάσεις για τις μνήμες του "αύριο". Κι ενώ γίνονται όλ' αυτά, αφήνεσαι στην ευφορία των στιγμών που έρχονται σαν επανόρθωση ή σαν ανταμοιβή για όλα τ' ανεκπλήρωτα που είχες ονειρευτεί. Γεμίζει η ψυχή από χαρά, ανοίγουν οι ουρανοί, καταργείται ο θάνατος, υπάρχει μόνο ανάδυση, τα σκοτεινά λαγούμια με κάποιο μαγικό τρόπο έχουν καταργηθεί. 

Τι είναι το συναίσθημα; Η δύναμη που σε ξαπλώνει στη γη ή σ' ανεβάζει. Η αιτία που γελάς, κλαις, λυπάσαι, συμπονείς, χαίρεσαι, οργίζεσαι, αηδιάζεις. Και υπάρχουν κάτι άνθρωποι που λένε ότι έχουν καταφέρει να το ελέγξουν. Ελέγχω το συναίσθημα όμως, δεν σημαίνει ότι το καταργώ εκτός κι αν είσαι ένας homus reptile. Αν έχεις δηλαδή παγωμένο φιδίσιο αίμα που κυλάει στις φλέβες σου. 

Για όλους τους υπόλοιπους το συναίσθημα, είτε ανεξέλεγκτο είτε υπό έλεγχο, επηρεάζει τις πράξεις, τις αποφάσεις, τη θεώρηση του κόσμου, τη στάση μας μέσα στον κόσμο. Γιατί πριν από τη στιγμή της σύγκρισης του τώρα με το χθες, έχουμε αποτυπώσει μέσα μας τις αξίες μας, σύμφωνα με το συναίσθημα που μας δημιούργησε η εκάστοτε εμπεριία μας, από τα παιδικά μας ακόμα χρόνια. 

Άρα το συναίσθημα είναι συνδεδεμένο και με τις αξίες μας. Πάει να πει πως όταν του επιτρέψω να με καταλάβει, τις λαμβάνω αναπόφευκτα υπόψη. Αν τις αγνοήσω, είναι σα να καταργώ ολόκληρο τον ψυχορακτήρα που χτίστηκε πάνω σε αυτές, με αυτές, εξαιτίας αυτών. Ώστε και το πιο ανεξέλεγκτο συναίσθημα έχει έτσι κι αλλιώς τους περιορισμούς του. Κι επειδή αυτό ακριβώς συμβαίνει στον κάθε άνθρωπο που δεν είναι homus reptile, δεν υπάρχει κανένας λόγος στον κόσμο να το φοβόμαστε. Μπορούμε να φοβόμαστε μόνο τους ανθρώπους φίδια, γιατί δεν ξέρεις τι να περιμένεις από αυτούς ή ακιρβώς επειδή ξέρεις. 

Τα συναισθήματα όλων μας λοιπόν έχουν προκύψει από τις αξίες μας. Η θέα της δυστυχίας δεν έχει τον ίδιο αντίκτυπο στον κάθε άνθρωπο. Έτσι μπορεί να καταλάβει κανείς και γιατί υπάρχουν τόσες μεγάλες αντιθέσεις, σε ότι έχει να κάνει με το πως βλέπουμε τους άλλους ανθρώπους. Και ιδίως τους λιγότερο προνομιούχους σε μια κοινωνία. 

Ας γυρίσω πίσω στο συναίσθημα.

Είσαι λοιπόν ένας άνθρωπος με πολλά και πλούσια συναισθήματα από τα οποία διαφαίνεται η ευαισθησία σου απέναντι σε κάθε εκδήλωση της ζωής. Τα πολλά και πλούσια συναισθήματα προϋποθέτουν μια πορεία αυτοσυνείδησης μέσα στο χρόνο. 

Η υπέρτατη αξία ενός τέτοιου ανθρώπου λογικά πλέον είναι η αγάπη. Μεγαλώνει και ωριμάζει εντάσσοντας μέσα σε αυτή τη λέξη όλα τα θετικά συναισθήματα που νιώθει για τον κόσμο που τον περιβάλλει. Ανθρώπους, ζώα και φύση. Μαθαίνει να συνδέει τον εαυτό του με όλ' αυτά, να νιώθει αναπόσπαστο κομμάτι τους γιατί αυτό είναι, μαθαίνει να σέβεται την υπάρξή τους. 

Είσαι όμως κι ένας άνθρωπος που σε ένα βαθμό μικρό ή μεγάλο έχει ενώσει το πνεύμα του με την κοσμική ενέργεια. Μια ενέργεια υποτιμημένη στη σύγχρονη εποχή όχι ως θεωρία αλλά ως λειτουργική κατάσταση, αφού δεν της δίνεται η ευκαιρία να συνεπιδράσει. Τι θα κάνει λοιπόν, που θα βρει το πεδίο μέσα από το οποίο θα συνεχίσει να δρα επάνω στη γη; Ενδεχομένως σε κάθε ζωντανό πλάσμα της φύσης που είναι συνδεδεμένο ακόμα μαζί της. Σε κάθε ζωντανή ψυχή αντιλαμβάνεται την παρουσία της και αλληλεπιδρά όχι μόνο ως άτομο με την έννοια της φυσικής μαζί της, αλλά και ως άτομο, με την ένοια της κοινωνικής υπόστασης, με τους άλλους. 

Δεν είναι εύκολη στη σύγχρονη κοινωνία μια τέτοια φυσική συνάντηση. Γι' αυτό και κάθε φορά που αυτό συμβαίνει αισθάνεσαι ότι δικαιώνεις την ανήσυχη πορεία σου μέσα στα χρόνια. Στην πραγματικότητα πρόκειται για το ταξίδι της συνείδησης στην πορεία της αυτοβελτίωσης. Στο ανέβασμα του εαυτού στο στερέωμα της ενσυναίσθησης. 

Όλ' αυτά είναι εσωτερικές διεργασίες που γίνονται ερήμην κοινωνικών επίταγών. Γιατί αυτές, οι κοινωνικές επιταγές, δεν είναι απαραίτητα και ηθικές. Προσαρμόζονται μάλιστα την κάθε εποχή, ανάλογα με τα συμφέροντα της εξουσίας, κι αυτό που έχει γίνει ξεκάθαρο σε όλες τις εποχές, είναι ότι αυτά, τα συμφέροντα της εξουσίας, είναι απέναντι σε κάθε ξύπνια συνείδηση κι απέναντι σε κάθε ανθρώπινη τάση για ελευθερία. Άρα οι κοινωνικές επιταγές αποτέλεσμα κρατικής και εκκλησιαστικής εξουσίας, είναι στην ουσία θεσμοί που αυτή δημιούργησε, για να μπλοκάρουν την πνευματική ψυχική και υλική μας εξέλιξη. Σωρεία εργαλείων, μαθηματικών υπολογισμών, τεχνικών μεθόδων και κανόνων, δουλεύουν προς αυτή την κατεύθυνση. Μια λίστα από εντολές των "ου" πολύ μεγαλύτερη από τις δέκα εντολές υπάρχει στους γραπτούς και άγραφους νόμους της κοινωνίας. Μια λίστα που έτσι και παραβείς ένα από τα "ου" αυτά, λοιδωρείσαι, περιθωριοποείσαι, δικάζεσαι, τιμωρείσαι, επικηρύσσεσαι, γίνεσαι persona non grata. 

Δεν είναι άξιο απορίας που τα πιο λαμπρά πνεύματα, έχουν βιώσει αυτή την κατάσταση. Λαμπρά πνεύματα, μεγάλες ψυχές, αυτοί που κρατούν το φως στον κόσμο με κόστος την ίδια τους την ύπαρξη. 

Μην ασπάζεσαι λοιπόν τόσο κατανυκτικά αυτή τη μακριά λίστα των "ου" 

Μην την συνδέεις με την ηθική και τα καθήκοντα του ευπρεπούς πολίτη.

Μην τη χρησιμοποιείς για να ασκήσεις εσύ τη δική σου εξουσία επάνω σε έναν άλλο άνθρωπο.

Μην καταδικάζεις εκείνους που την αγνοούν για λόγους τιμής, κι όχι για λόγους ατομικού συμφέροντος.

Μην καταδικάζεις εκείνους που η ίδια αυτή λίστα εξόρισε από τους πιστούς της γιατί δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν στην εξουσία.

Μην θεωρείς κεκτημένο σου δικαίωμα, ό,τι είναι αυτό που σχετίζεται με την ψυχή ενός άλλου ανθρώπου. 

Κυρίως μη γίνεσαι το τέρας που τόσο μεθοδικά έχουν προσπαθήσει να σε μετατρέψουν, δημιουργώντας σου ανάγκες και δικαιώματα ενός μικρού εαυτού που δεν λαμβάνει υπόψη του κανέναν άλλον. 

Μπορεί με αυτά τα "μην", να δημιουργηθεί μια άλλη μακριά λίστα από αντίθεση στο κάθε "ου" έχει κανοναρχίσει τη ζωή σου. Δεν είναι απαραίτητο αν δεν έχεις κι αυτή την τάση, να κάτσεις να τα βρεις ένα προς ένα. Το μόνο που χρειάζεται να θυμάσαι είναι ότι είσαι άνθρωπος. Ό,τι νιώθεις το νιώθει και κάποιος άλλος. Ό,τι ανακάλυψες το ανακάλυψαν και άλλοι. Ό,τι αναγνώρισες το ίδιο. Ό,τι αποτελεί ανάγκη ζωτικής σημασίας για σένα αποτελεί και για τον άλλο. Κι ότι ο κοινωνικός θεσμός σου έχει καταχωρίσει σαν δικαίωμα, δεν είναι παρμένο με την άδεια της κοσμικής ενέργειας, ούτε εντάσσεται στο χρέος, των συνειδήσεων που αναζητούν την ηθική τους τελείωση. Είναι απλώς ένα κόκαλο που σου παραχώρησε ο κοινωνικός θεσμός για να μην νιώθεις τόσο έντονα το ζυγό στο λαιμό σου, όταν μπορείς κι εσύ να κάνεις το ίδιο, να γίνεις ο ίδιος ο κοινωνικός θεσμός. 

Κι έτσι ξεκαθαρίζουν τα θέματα περί συνείδησης, αρχών, αξιών και συναισθημάτων. 


 


Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2024

Σαν τα φύλλα της λεύκας

 Στη σφαίρα του μυαλού.

 στους λαβύρινθους της σκέψης 

στις άπειρες πολιτείες που περπάτησα

 στα μαγικά βράδια,

 στα αναρίθμητα χελιδόνια που κουβάλησαν το μήνυμα

στα αναρίθμητα φιλιά που ξεψυχάνε

τραβηγμένα με τους κόκκους της άμμου από το κύμα

και ύστερα πάλι που ξεβράζονται από αυτό

για να τα βρουν τα διψασμένα στόματα

Εκεί έζησα. 

Εκεί το για πάντα, 

παρέα με τους  παραδεισοθήρες

 ελεύθερα μόρια στ' ανεμοδαρμένα ύψη

χτυπημένα από τα κανόνια της τάξης

αυτοεξόριστα στους ουρανούς της εκπλήρωσης

στους γαλαξίες της αθανασίας

 υπήρξα

κι ο χρόνος ένας τρομοκράτης

που του βγάζω τη γλώσσα μου

και οι κτήσεις σας χαρισμά σας

δικιά μου η κτίση με τα ξωτικά της πλάσματα

ο αδιάστατος έρωτας

χωρίς κοντάρια επικράτειας. 


Πάνω στα βρύα βηματίζεις

και στο κεφάλι σου πέφτουν μαύρες οι νιφάδες

της στάχτης

δεν έχεις  σχέση με έναν τέτοιο κόσμο

αλλού είναι οι χαμένες σου ακτίνες

κι ούτε είναι χώρος για τους θησαυρούς σου.

Όποιο τεκμήριο αφήνω εσκεμμένα

δεν πουλιέται.

Μόνο για κείνους που κάποτε μ' αγάπησαν

ένα μικρό νεύμα, 

σαν τα φύλλα της λεύκας 

όταν μιλούν στον ονειροβάτη, 

κάτι σαν ψίθυρος αποχαιρετισμού

πριν τα φτερά της αγάπης μου

με σπρώξουν πάλι στον αέρα

για κείνους  ναι 

 ίσως έχει κάποια αξία.

Και δεν υπάρχει μέτρο ανθρώπινο

γι' αυτά τα μποφόρ. 

Φύγε. 

Όσο και τα σπαθιά σου να κόψουν το νερό

δεν θα βρουν  τίποτα φτιαγμένο από σάρκα.

Θα ζωγραφίζουν μόνο με την κόψη τους

σχήματα άγνωστα που μόνο η λίμνη

που με γέννησε γνωρίζει.

Ούτε ένα κόκκο πηλού δεν θα βρουν

κι ούτε μια υποψία από φως.

Αυτό που θα έπρεπε να βρίσκεται μέσα σου.

Κανείς δεν έχει βγει ζωντανός από εδώ.

Μια υγρή μια σπηλιά ανασκόπησης είναι,

των αγγέλων του έρωτα που κάποτε ήταν άνθρωποι.

Μια παλιοσπηλιά 

που ίσα μπροστά στην εισοδό της στάθηκες

κουρασμένε διαβάτη,

Φύγε.