Και πάμε να δούμε κάποιες βασικές διαφορές ανάμεσα σε ένα μυθιστόρημα κι ένα παραμύθι.
Ξεκινάμε με κάποιους φανταστικούς διαλόγους.
«Ομιχλάνθρωπος προς μητέρα φροντίδα.
Ξεκινάμε με κάποιους φανταστικούς διαλόγους.
«Ομιχλάνθρωπος προς μητέρα φροντίδα.
-Μητέρα φροντίδα ακούει;
-Ναι κυρία Διαφάνεια, πείτε μου
-Κυρία Μητέρα Φροντίδα καλά με καταλάβατε, είμαι η Διαφάνεια. Κι έχω να σας καταγγείλω ότι προσβλήθηκα ως όνομα και υπόσταση, από την κυρία Μελάνη.
-Με ποιο τρόπο έγινε αυτό κυρία Διαφάνεια;
-Με υπονοούμενο μελάνι, που πέταξε ενώπιον τρίτων αμφισβητώντας τη διαφανειά μου.
-Εντάξει κυρία Διαφάνεια, μείνετε ήσυχη, εμείς δεν την αμφισβητούμε, αγνοείστε το υπονοούμενο.
-Μα σας λέω με προσέβαλε ενώπιον τρίτων.
-Κυρία Διαφάνεια σας καταλαβαίνω αλλά δεν μπορεί να στηριχτεί νομικά κατηγορία για.. υπονοούμενο. Κάτι πιο συγκεκριμένο έχετε;
-Δεν έχω αλλά αν επαναληφθεί τέτοια ενέργεια σας δηλώνω ότι θα καταγγείλω την κυρία Μελάνη για ανάκληση της θέσης της και με μήνυση προσωπική.
-Αυτό να κάνετε. Άλλο τίποτα;
-Θέλει να σας μιλήσει και ο κύριος Ευγένιος. Ορίστε σας τον δίνω».
Ο κύριος Ευγένιος μίλησε για την αθέτηση των υποσχέσεων και τις λάθος πληροφορίες από υπηρεσιακούς παράγοντες, προκειμένου να μπει στα έξοδα του ταξιδιού και της κατοπινής ταλαιπωρίας. Η μητέρα φροντίδα είπε ότι δεν γνώριζε πολλά από αυτά τα μη τηρηθέντα ή τα λάθος ειπωθέντα. Έδωσε εντολή για άμεση εκτέλεση ενός εκ των σοβαρών ζητημάτων στην κυρία Διαφάνεια που ξαναπήρε το ακουστικό και λόγω διαφάνειας απολογήθηκε.
«-Βεβαίως και γίνεται ότι καλύτερο από μεριάς μας, δεν ξέρω γιατί σας τα είπαν αυτά, δεν αληθεύουν, μάρτυρές μου η κυρία «δεν έχω άποψη», ο κύριος υπεύθυνος που όμως απουσιάζει, και η κυρία Κοκοράκη που όπως πολύ καλά γνωρίζετε είναι τα μάτια και τα αυτιά του χώρου μας και που χωρίς την παρουσία της εδώ η ζωή θα ήταν πολύ πιο δύσκολη για όλους εμάς. Δεν ξέρω ποιο είναι ακριβώς το πρόβλημά τους, ενδεχομένως δεν τους αρκούν οι από την υπηρεσία προσφερόμενες υπηρεσίες, κόσμος και κοσμάκης, τι να πω.
-Καλά καλά κυρία διαφάνεια, φροντίστε να λυθεί το ζήτημα άμεσα και να εξυπηρετηθούν οι εργαζόμενοι στα βασικά ζητήματα, μέχρι αύριο να έχει λυθεί το ζήτημα.
-Μάλιστα Μητέρα Φροντίδα, θα φροντίσουμε. Χαίρετε και χαίρεται».
Η φανταστική συνέχεια του φανταστικού επισόδειου .
Διαφάνεια προς Μελάνη.
-Αν ξαναπετάξεις υπονοούμενο για τη διαφανειά μου, θα σου κάνω αναφορά.
-Την έκανες.
-Εννοώ θα σου κάνω επίσημη αναφορά και μήνυση. Απαιτώ να με σέβεσαι και θα με σέβεσαι.
-Πλημμύρισα από σεβασμό, μπορείς να ηρεμήσεις.
-Με ειρωνεύεσαι Μελάνη; Αναφορά!
-Επισήμως όχι. Αλλά είναι λεπτές οι διαχωριστικές γραμμές της ειρωνίας όπως και του χιούμορ, του υπονοούμενου, ή του σεβασμού.
-Το αποφάσισα με ειρωνεύεσαι.
-Έχω μάρτυρες ότι αρνήθηκα πως το κάνω.
-Άκουσαν και τα άλλα που είπες όμως.
-Που δεν θυμούνται όμως. Ρώτα τους.ς
-Βρε άντε πάγαινε από εδώ. Στο εξής, μόνο για θέματα της δουλειάς θα μιλάς μαζί μου και τίποτε άλλο.
-Αλλιώς αναφορά;
-Αναφορά.
-Τηλεφωνικώς ή γραπτώς;
-……Τέλος!
-μια ερώτηση τελευταία;
-Καμία!
-Μα έλα τώρα…
-Τι θέλεις Μελάνη;
-«Καλημέρα» να λέμε, ή…αναφορά;
-Ρε άι στο διάολο που νομίζεις ότι θα με δουλέψεις εσύ.
-Μα γιατί; Γιατί γιατί θυμώνετε κυρία Διαφάνεια που ρωτάω για να μάθω η αδαής;
-Άι στο διάολο άλλη μια φορά.
-Εγώ αναφορά μπορώ να κάνω; Λέμε τώρα…
-Κάνε ότι θες, τέλος».
Κάπως έτσι τελειώνουν οι φανταστικές στιχομυθίες. Πως γίνεται μια μυθοπλασία τώρα; Παίρνεις τη φανταστική στιχομυθία και στη θέση της Διαφάνειας ας πούμε, επειδή δεν είναι πειστικό όνομα, βάζεις ένα όνομα. Μαγδάλω ας πούμε. Έχω μάλιστα γράψει ένα πολύ ωραίο παραμύθι με το όνομα αυτό για ηρωίδα και με ήρωα αχ το θυμήθηκα έναν βαρκάρη που τον λέγανε Φραγκίσκο. ΤΟ ΝΗΣΙ ΛΑΜΔΑ. 2002 για του λόγου μου το αληθές, καταχωρημένο στο ίντερνετ από τότε.
Θα σας το βάλω να το δείτε κάποτε το παλιό αυτό παραμύθι που μιλάει για έναν καπετάν καψούρη που είδε τη Μαγδάλω και την ερωτεύτηκε. Και την άρπαξε από το βαρκάρη το Φραγκίσκο και αυτή αφού είδε ότι ο καλός της δεν μπορούσε να τη σώσει, ήπιε δηλητήριο, ένα συντηρητικό για μπρούτζινα σκεύη, και μετά κοίταξε στο παράθυρο και είπε. «Κρύο κάνει, ελπίζω ο Φράγκος να φόρεσε τη ζακέτα του δα». Κι έπεσε κάτω και πέθανε η Μαγδάλω που λέτε, στο νησί Δα. Κι όταν ο Φράγκος είδε από απέναντι στο νησί Λα, ότι ο ουρανός πάνω από το Δα σκοτείνιασε, κατάλαβε πως η αγαπημένη του τα τίναξε. Κι αφού δεν προλάβαινε να πάει να τη σώσει παρά που ούρλιαζε από το καϊκι του «κρατήσου μωρή Μαγδάλω! Έρχομαι!» αλλά αυτή στην κοσμάρα της δεν άκουγε, κάθισε κάτω αυτός μέσα στο καϊκι του , (για να κυνηγήσει τον καψούρη δεν γινόταν με βάρκα, έφτιαξε καϊκι, και τι πίστευε δεν ξέρω, ότι θα περιμένει η άλλη; να τελειώσει την κατασκευή; να το επανδρώσει; και να είναι ακόμα παρθένα; Άλλος μαλάκας αυτός…» κάθισε κάτω κι αυτός λοιπόν μέσα στο καϊκι , που ήταν στην επικράτεια του Λα ακόμα, και τα τίναξε επίσης. Κι έτσι γεννήθηκε το νησί Λάμδα, αφότου οι δυο γίνανε δέντρα που πήγαν οι κορφές τους κι έσμιξαν κι ενώθηκαν επιτέλους ως δέντρα, το Λα με το Δα, όσο για το Μ στη μέση, είναι το μουγκρητό της αγελάδας που έπεσε στη θάλασσα επειδή κανείς δεν θα την άρμεγε πλέον.
Αυτός ο Φραγκίσκος το «Λα», το έλεγε με έναν τραβηγμένο τρόπο, λουα κάπως, κι αν δεν ξέραμε ότι ήταν βαρκάρης από το Λα, θα τον πέρναγε κανείς εύκολα για βλάχο. Αλλά όχι. Ήταν ένας νησιώτης που δεν κατάφερε να σώσει την αγαπημένη του Μαγδάλω.
Αυτός ο Φραγκίσκος το «Λα», το έλεγε με έναν τραβηγμένο τρόπο, λουα κάπως, κι αν δεν ξέραμε ότι ήταν βαρκάρης από το Λα, θα τον πέρναγε κανείς εύκολα για βλάχο. Αλλά όχι. Ήταν ένας νησιώτης που δεν κατάφερε να σώσει την αγαπημένη του Μαγδάλω.
Μαγδάλω κι εδώ η ηρωίδα μας λοιπόν. Στο παραμύθι μια Μαγδάλω είναι πάντα αθώα. Στη μυθοπλασία ενός μυθιστορήματος, δεν μπορεί να είναι. Εντάξει; Δεν θέλω διαμαρτυρίες.
Και ας πούμε Φράγκο, κάθε δυνάμει αγαπημένο βαρκάρη ή όχι, Κουβανό ή Έλληνα.
Κι ας πούμε τον «μάρτυρα που απουσιάζει»,Τηλέμαχο, σαν εκείνον που έψαχνε το μπαμπά του.
Και τον κύριο Ευγένιο να τον πούμε Ευγένιο. Όσο για τη Μελάνη, ας την πούμε Οφη λία, έχει κάτι από τρελή, ενώ την κυρία Κοκοράκη μπορούμε να βάλουμε στην ιστορία ως Κυρα Φροσύνη.
Κι έτσι έχουμε μια ιστορία με στοιχεία από αρχαία Ελλάδα, από βουκολική Ελλάδα, από θεατρική τραγωδία, ελληνική και αγγλική, από τουρκοκρατία, από Κούβα, Λονδίνο (λόγω ομίχλης) και σύγχρονη Ελλάδα.
Πως ξεκινάς.
Από τη μια μεριά έχεις το θέμα και τον φανταστικό χωροχρόνο μέσα στον οποίο η ιστορία λαμβάνει χώρα, κι από την άλλη τα πρόσωπα.
Χωρίζεις μια σελίδα στα δυο κάνεις αντιστοιχίες προσώπων με μέρη καθώς και υποθέματα που αφορούν κατοίκους, συνήθειες, συγγενολόγια, διασυνδέσεις κλπ για να δέσει καλύτερα η υπόθεση με τα σημεία αναφοράς.
*βλέπε «Έρωτας στα χρόνια της χολέρας» εκεί να δεις συγγενολόγι.
Μετά αρχίζεις να γράφεις. Ε δεν θα σου πω και πως θα το κάνεις. Κάτσε κάτω και γράψε ρε.
Τι μάθαμε σήμερα; Πως ξεκινάς να γράψεις μια μυθοπλασία εμπνευσμένη από μια παντελώς φανταστική στιχομυθία. Πως δηλαδή μπορείς να χρησιμοποιήσεις τη συγγραφική σου διαστροφή με το να γίνεις το μόνιμο άχυρο κάτω από την μπλούζα κάποιων κατά λάθος αναγνωστών σου, που πλέον θα συνηθίσουν να ζουν με αυτό για το υπόλοιπο της ζωής τους. Αυτά παθαίνεις όταν δεν προσέχεις σε ποιο δάσος των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων μπαίνεις και όντας γάτα που νιαουρίζει, νομίζεις πως είσαι λέοντας που βρυχάται.
Ουφ κουράστηκα. Η συνέχεια αύριο. Είμαι Αθήνα από σήμερα ξέρετε. Ήρθα με το σάκο μου γεμάτο σοφία κι αέρα κοπανιστό σε περιτύλιγμα σοβαροφάνειας, υπευθυνότητας και διαφάνειας. Ήπια Η2Ο, τρία λίτρα από το μαγικό αυτό υγρό για να αποβάλω τις τοξίνες κι ακόμα πίνω. Και θα πίνω…
Το ΝΗΣΙ ΛΑΜΔΑ, τελειώνει:
"Υπάρχει ένα αόρατο νησί στο σύμπαν που αναβοσβήνει σαν απλανής αστέρας γι’ αυτούς που το βλέπουν επειδή ξέρουν, ενώ γι’ αυτούς που δεν ξέρουν, απλώς δεν υπάρχει".
Λέγεται πως αυτός που είπε «Γίνε όσο καλός μπορείς και θέλεις, αλλά ποτέ μην τους δώσεις γυμνή την αλήθεια. Θα σε καταστρέψει», Ήταν ο Τιτσιάνο, ο Ιταλός ζωγράφος της Αναγέννησης και το είπε στον Δομήνικο Θεοτοκόπουλο.
No comments:
Post a Comment
Εδώ σχολιάζουμε;