herinna

herinna

Tuesday, March 26, 2024

Νυχτερινό 14 β΄

 

Μεταξύ βορρά και νότου είναι η αθανασία

εκεί που δεν ανατέλλει η ζωή ούτε και δύει

γι' αυτό μου φέρνουν τόση θλίψη τα ηλιοβασιλέματα

γι' αυτό και οι Ανατολές που δεν προλαβαίνω.

Μα κι αν τις προλάβω, αν έστω προλάβω μία,

θα είναι τόσο μικρή η διαρκειά της

όσο μια ζωή που αναλώνεται ασκόπως

μέσα στην άγνοια.

Είναι τσουχτερός ο αέρας του βοριά

και του νοτιά σε πνίγει

και η αθανασία ίσως δεν είναι καλή επιλογή.

«Φόρσε» στο σκάκι λέγεται η μόνη κίνηση

χωρίς επιλογή που έχεις το δικαίωμα να κάνεις.

Ένα είδος χαρακίρι με την επίβλεψη του δημίου.

Monday, March 25, 2024

Νυχτερινό 8

 

Νωρίς το πρωί οι δρόμοι ήταν άδειοι 

και άκουγες μέσα στη σιωπή

τα βήματα μιας εγκυμονούσας Ανάστασης

που βάδιζε μόνη της.

Μπουκαμβίλια

 

Μπουκαμβίλια

 

Πόση χαμένη ενέργεια και δάκρυα καυτά

γιατί έμεινες ένα ξερό κλωνάρι στο μπαλκόνι

λες και δεν είναι ο ουρανός γεμάτος με φιλιά

που έχει στολίσει με αυτά το άδειο του σεντόνι.

Πόση χαμένη δύναμη και χρόνος της ζωής

σα να μην έχει όριο και λήξη η διαρκειά σου

λες κι η αγάπη σού ‘φερε την ξηρασία αυτή

κι όχι ο βοριάς που μάδησε τα ομορφολούλουδά σου.

Άδειο συρτάρι


 Παγκόσμια μέρα της ποίησης σήμερα (21 Μαρτίου) κι αντί για ποίημα, πρώτη εικόνα ήταν η φωτογραφία ενός μαστιζόμενου πλήθους ανθρώπων, από πόλεμο και πείνα. Και τι πόλεμο! Πόλεμο που κηρύχθηκε αποκλειστικά στα γυναικόπαιδα, και τους αρρώστους. Που έχει βάλει στόχο τα νοσοκομεία, γιατί εκεί πάνε να προστέψουν τα παιδιά τους και να προστατευτούν και οι ίδιοι, από τον άμαχο πληθυσμό. Και τι βρήκαν και τι δεν βρήκαν μέσα στα νοσοκομεία και τι έστησαν και τι ξέστησαν από αυτά, ποιος το μετράει, όταν δεν υπάρχουν παράπλευρες όπως συνήθως τις αποκαλούν απώλειες, αλλά εσκεμμένη και συστηματική γενοκτονία. Τι ποίημα; γιατί ποίημα; Κάτι που να περιγράφει αυτά που δεν ζούμε, καθώς ξύνουμε το κεφάλι μας για καμιά ιδέα, κάτι που μπορεί να αποδώσει καλύτερα την ωδύνη και την καταστροφή σε λέξεις απ' ότι η εικόνα ή και η συναίσθηση του τι γίνεται εκεί κάτω. Αλλά και εκεί πάνω, και εκεί πέρα.

Κι έτσι περπατώντας στο πάρκο, παραμιλώντας, με τον Σάντοου μέσα στη γκρίνια και την απαίτηση, έπεσε το μάτι μου στα σκόρπια σκουπίδια, αραδιασμένα πάνω στο πέτρινο πεζούλι-παγκάκι του πάρκου, και κάτω από αυτό και γύρω του. Διαολίστηκα, νευρίασα. Εξ' αποστάσεως έτσι όπως έβλεπα διάφορα που έμοιαζαν με κουτιά από κάποιο μαγαζί εστίασης, πίτσα ίσως, κάτι παρόμοιο, έβρισα για την καφρίλα αυτών που τα παράτησαν εκεί. Πήγα αποφασισμένη να τα μαζέψω και να τα πετάξω στο μόλις μισό μετρό κάλαθο των αχρήστων απόσταση, με την πλαστική σακούλα μέσα του. Σκύβω, όχι, δεν ήταν κουτιά από αποφάγια. Ήταν τα έντερα, το περιεχόμενο ενός συρταριού, από ντουλάπα δωματίου. Κλωστές, κόπιτσες, κοριτσίστικα εσώρουχα, μανό, λίμα, ένα κλειδί για βίδες, μια σπάτουλα, ένα πακέτο χαρτάκια στικς, μία ζώνη απο δεμένες γυαλιστερές πέτρες που παρίσταναν τα διαμάντια, μια δαχτυλήθρα. Σπασμένα κομμάτια από άλλα αντικείμενα, κομμένα ακουστικά κινητού, τσαντάκια νεσεσέρ, σπασμένες πούδρες και ρουζ, κι μια τόση δα, μικρότερη από μισή παλάμη κορνιζούλα, γυρισμένη ανάποδα, κάτω. Πέταξα όλα τα μεγάλα που φώναζαν από μακριά ότι κάποιο μακελειό έγινε εκεί πέρα και αράδιασα μερικά από τα μικρά πάνω στην πεζούλα. Στο κεντρικό πλάνο ένα μικρό τετράδιο, κάτι ανάμεσα σε τετράδιο σημειώσεων για το σχολείο, και ημερολόγιο. Ανάμεσα σε σημειώσεις και αυτο- υπενθυμίσεις, "να μην ξεχάσω τις ασκήσεις της γλώσσας για αύριο" "Στο ποίημα αυτό ο νεαρός εκφράζει την αντίθεσή του προς το πρόσωπο του πατέρα, που εκπροσωπεί στα μάτια του το κατεστημένο" Κενό. Ποίημα του Λειβαδίτη. Κενό. "Τα λάθη σου να τ' αγαπάς. Είναι τα μόνα δικά σου πράγματα" Αγνώστου, ίσως και της ίδιας της έφηβης. Ερωτικές ανησυχίες, νεανικές ανασφάλειες. Δίπλα μου η οργισμένη απόρριψη, με τα τόσα σπασμένα, όχι της μικρής ασήμαντης περιουσίας, αλλά της συνθήκης; της δέσμευσης, του καταναγκασμού; μιας ζωής που αλλιώς την ονειρεύτηκε και άλλη της αποκαλύφθηκε; της έφηβης, με τη "διαμαντένια" ζώνη που δεν μπορούσε πια να ξεγελάσει την αλήθεια της. Πήρα το τετράδιο με ευλάβεια, το έβαλα στην τσέπη μου, δεν ξέρω γιατί, το πήρα. Πήρα και το μανό, τα μασουρια τις κλωστές, όχι για να ράψω ή να τα κάνω κάτι, τις κόπιτσες, το κλειδάκι, τις παραμάνες, πήρα και το μικρό εικονάκι που ήταν φυλαγμένο μέσα σε αυτό το σπασμένο συρτάρι. Δεν τα πάω καλά με τους αγίους, ούτε τους ξέρω ούτε με ξέρουν, αυτός έχει ένα πρόσωπο νεανικό, κάποια γράμματα πολύ ψιλά, δεν τα βγάζω. Σκέφτηκα, όταν μια έφηβη κρατά ένα εικονάκι στο συρτάρι της και δεν το εξαιρεί από το σαβούριασμα, κάτι πολύ σημαντικό έχει συμβεί στη ζωή της. Και σε μια από τις τελευταίες σελίδες αυτού του τετράδιου γράφει. "Is it my turn to die? My heart is pounding as i say goodbye. So now i dance in the flames. I love you crying and screaming my name".
Εύχομαι νά' σαι καλά κοριτσάκι. 

Saturday, March 23, 2024

Νυχτερινό 10

 

Νυχτερινό 10

 

Είναι φορές που βλέπουμε

το φεγγάρι δίπλα στον ήλιο

σα ν' αποκάλυψε ο ουρανός δυο εραστές

κι άλλες που δεν υπάρχει τίποτα απ' τα δύο

κι ούτε σκοτάδι ή μέρα

αρρύθμιστοι οι λεπτοδείχτες

 και οι  ώρες νεκρές.


 

Sunday, March 10, 2024

ΕΠΕΤΕΙΟΙ

 Δεν αγαπώ τις επετείους,

κάθε τι που υπήρξε ολόκληρο και τώρα υπάρχει μισό ή καθόλου.

 Σεντόνια με τα χέρια έπλενε στην ταράτσα, 

το πλυντήριο είχε χαλάσει,

πήδαγα εγώ στην αχλαδιά, να πιάσω το μεγάλο αχλάδι

κουραστικό να κυνηγάς ένα φρούτο στα ψηλά

-Έλα να στύψουμε τα σεντόνια -Να πλύνω τα χέρια μου μαμά.

κι έσκασε το νερό από το λάστιχο στο χώμα

που είχε κατρακυλύσει απ' το βουνό και στα σεντόνια 

στο πάτωμα την τράνταζαν οι λυγμοί πάνω στη λάσπη

 κι ακούγονταν από κάτω οι φωνές των τουριστών 

που έσερναν βαλίτσες ψάχνοντας  δωμάτιο,

Και στο λιμάνι τραγουδούσε ο ψαράς, 

«φρέσκα καλαμάρια!»

Με πρόλαβε πριν πηδήξω από την ταράτσα

 ανάμεσα σε γέλια και κλάματα πλύναμε πάλι τα σεντόνια

και κουβέντα στο σπίτι μετά,

 μόνο τη ρώταγε ο πατέρας κάθε τόσο

-Γιατί αγκαλιάζεστε συνέχεια εσείς οι δυο; 

Και γύριζε στο σταυρόλεξό του.

Τα βράδια στην ταράτσα μας, τρώγαμε καρπούζι 

καθισμένοι στο κρεβάτι του μπαμπά..

Ξεφλούδιζα τα σπόρια με τα χέρια 

όπως ξεφλουδίζει κανείς την αναλγησία

για να βρει μια ψίχα ξερή,  αποχυμωμένη κι ανάλατη

 καθώς περιέγραφε εκείνος το θάνατο 

ενός φίλου του στα ορυχεία του Βελγίου.

Και ύστερα έλεγε 

-τέλος για σήμερα, αύριο στο βουνό θα γιορτάσουμε τον Άγιο.

Της είπα -πάρε με μαζί,

καλύτερα μια σκληρή μέρα δουλειάς 

από μια χαρούμενη μέρα μνημόσυνου.

κι έτσι γιορτάσαμε οι δυο μας, 

με τα σεντόνια να στραγγίζουν στο σχοινί.

Φάγαμε αχλάδια της ταράτσας και ψωμοτύρι από το σπίτι, 

ήπιαμε καφέ.

Δεμένα σκυλιά αλυχτούσαν παρατημένα στις αυλές διψασμένα

και κάτι μπουμπουνητά σαν κανόνια έρχονταν από μακριά.

Ασκήσεις για την άμυνα της πατρίδας

Αχ, ο πόλεμος! είπε η μαμά 

-Δεν θέλω να μου πεις

Άσε με να φάω τ' αχλαδάκι μου και το ψωμί, 

του χρόνου θα πάμε μαζί στο βουνό,

να σε δω να χορεύεις με την τσαμπούνα και να χαίρεσαι,

για νά' χεις κι εσύ να θυμάσαι κάτι ωραίο...

Και η επέτειος του ανεκπλήρωτου, σε καιρό ειρήνης

έγιναν οι μελλοντικές μας μνήμες. 

Δεν έχει πολύχρωμα σημαιάκια και χορούς αυτή

μόνο ένα κόκκινο φεγγάρι 

πάνω σε σεντόνια αραδιασμένα στη λάσπη,

Με συγκρατεί ακόμα μην πηδήξω από την ταράτσα,

Δεν πειράζει χαρά μου, δεν πειράζει. ..

με τον πατέρα σκυμμένο στο σταυρόλεξο

 κρυφά μου δίνει το εισιτήριο της ελευθερίας

το πονεμένο "αντίο" φιλί στο κεφάλι και την ευχή,

παρούσα να είμαι σε κάθε μου επέτειο,

μα ακόμα κι από αυτές εκείνη λείπει.

Και μόνο μια φωτογραφία της έχω εδώ, 

"με τα ψαρά της τα μαλλιά στον άνεμο λυμένα,

να λιώνει το λουλάκι στου ουρανού τη στέρνα".

Saturday, March 9, 2024

Friday, March 1, 2024

Οι σκέψεις ενός παλιού βιβλίου


Το μυαλό μου τον τελευταίο καιρό 

στρέφεται συνέχεια στην Πυρά

και στα Σκουπίδια.

Θα ήθελα να με πετάξεις στα Σκουπίδια 

Άχρηστο αν παραμένω στα ράφια σου, κρυμμένο

γιατί από εκεί μπορεί να βρεθεί Κάποιος

να με τραβήξει έξω

και να ζωντανέψει τους κόσμους που αδιάβαστοι 

Πάγωσαν

όταν το χέρι της δημιουργού μου 

τραβήχτηκε από πάνω μου

ακριβώς γιατί τότε ήταν η Στιγμή

που καταργήθηκαν τα Μεταίχμια και οι Ορίζοντες

κι έχασε ο Ήλιος τον προσανατολισμό του. 

Κακά είναι τα προηγούμενά μου με τη Φωτιά

δεν είναι σπλαχνική, δεν έχει Έλεος

 μονάχα σε καίει 

Αχόρταγα καταπίνει τα εξώφυλλα, 

τα φύλλα,τις λέξεις, τις τελείες, τις παύλες, τις κόμμες 

τις στιγμιαίες και Μόνιμες Παύσεις.

Οι τελευταίες σελίδες μου είναι γεμάτες από αυτές

αλλά εσύ μη με κάψεις παρακαλώ

πεταξέ με στα Σκουπίδια.

Ίσως με βρει κάποιος που πραγματικά

με χρειάζεται

θά' ναι ένας Ατρόμητος Άνθρωπος 

αυτος που θα με βάλει στα ράφια του

κι ας  έχω τη χειρότερη όψη απ' όλα τ' αδέλφια μου

κι ας πρέπει να γυρίζει τις σελίδες μου 

με ειδικό τσιμπίδι

αφού κι αυτές αφότου καταργήθηκαν τα Μεταίχμια

έγιναν εύθραυστες σαν τα φτερά μιας Πεταλούδας.

Ίσως εκείνος καταφέρει να διαβάσει τις λέξεις

κι αρχίσουν οι Κόσμοι μέσα μου να ζωντανεύουν

ένας νιογέννητος Ήλιος ίσως ξεπροβάλλει

να ξεπαγώσει το χέρι της δημιουργού μου

κι όταν κάποια στιγμή μεσουρανήσει ξανά,

θά' χει ξεφύγει Εκείνη από αυτές τις σελίδες 

κι απ' τους ιστούς των Αραχνών της θύμησης.

Μη με κάψεις,

πεταξέ με

πεταξέ με

όπως αξίζει σε κάθε "ανάρμοστο" βιβλίο

και κάθε "Ανυπόστατο" δημιουργό. 




 


Καλό μήνα