herinna

herinna

Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2009

Η μικρή κλέφτρα Κίσσα

Ενα παραμύθι δεν είναι παρά μια ιστορία φανταστική και θα πρέπει να διαβάζεται πάντα σαν τέτοιο, ακόμα κι αν περιέχει στοιχεία της επίσημης ιστορίας, που στόχος τους δεν είναι φυσικά η ιστορική πληροφόρηση αλλά η χωροχρονική τοποθέτηση των δρώμενων, ώστε να είναι σε θέση ο αναγνώστης να ορίσει το τοπίο της δράσης στη σκέψη του. Καμιά άλλη συγγένεια δεν μπορεί να έχει ένα πραγματικό ιστορικό γεγονός με αυτόν τον τύπο αφήγησης.
Αυτό σαν εισαγωγή προς αποφυγή παρεξηγήσεων αφού ετοιμάζομαι να δώσω τη συνέχεια του παραμυθιού "Μια βόλτα στο χρόνο ανηφορικά" που είχα εμπνευστεί από την ύπαρξη μιας γυναίκας της αρχαιότητας της Σεσάρας. Κατ' άλλους πόρνη, κατ' άλλους κόρη του Βασιλιά της Ελευσίνας Κελεού και κατ' εμέ γυναίκα ονειρική που αγάπησε πολύ τη φύση και τους ανθρώπους.
Κατεβαίνοντας λοιπόν την πλαγιά της Γκαλοπούλας μέχρι το νεκροταφείο, συναντάς πλήθος από Κίσσες, τα μικρά αυτά πουλιά που εδώ και δεκαετίες είχαν εξαφανιστεί και τα τελευταία χρόνια επανεμφανίστηκαν.
Η Κίσσα ήταν η αγαπημένη σύντροφος της Σεσάρας. Τις νύχτες μεταμορφωνόταν σε γυναίκα και υποδεχόταν με τις άλλες κοπέλες τους επισκέπτες άντρες. Τραγουδούσε υπέροχα όπως και οι άλλες της οκτώ αδελφές, μα ήταν η μόνη που η τιμωρία των μουσών την έπιασε μερικώς, αφού μόνο κατά τη διάρκεια της μέρας ήταν πουλί.
Η Κίσσα καθόταν πάνω σε μια κούνια στην αυλή του Σεζάρειου και με τη μαγευτική φωνή της προσέλκυε τους άντρες στο σημείο αυτό. Ύστερα αναλάμβαναν οι άλλες να τους ικανοποιήσουν τις επιθυμίες. Η κοπέλα πουλί ζήλευε που δεν μπορούσε και η ίδια να εκμεταλλευτεί τα κάλλη της και να εισπράξει τα δώρα που αυτές εισέπρατταν από τους πελάτες τους. Για να αναγκάσει λοιπόν την Σεσάρα να την εντάξει στην ομάδα υποδοχής των εντός, σταμάτησε να τραγουδάει κι έμεινε σιωπηλή για μία ολόκληρη εβδομάδα. Ήταν μια πολύ κακή εβδομάδα για τις γυναίκες του ναού της Αφροδίτης αφού κανείς δεν έβρισκε την είσοδο του πλέον και οι προμήθειες σε τρόφιμα , καλλυντικά και μυρωδικά είχαν αρχίσει να εξαντλούνται. Μία πίσω από την άλλη πήγαιναν στην Κίσσα και την παρακαλούσαν να αρχίσει το τραγούδι της ξανά, αλλά αυτή σώπαινε πεισματικά περιμένοντας να εμφανιστεί η Σεσάρα.
Αν η Σεσάρα όμως υποχωρούσε σε αυτό τον εκβιασμό θα έχανε το κύρος της σαν αρχιέρεια και θα αποκτούσαν και οι άλλες ιδέες πως με μια απεργία θα κατάφερναν να κερδίσουν περισσότερα πράγματα για τον εαυτό τους. Όπως για παράδειγμα να αλλάξουν το καθεστώς στις μέρες εξόδου τους που γίνονταν πάντα ομαδικά ώστε να μην είναι εύκολο για κάποια να δημιουργήσει το προσωπικό της πελατολόγιο, χωρίς την ανάμιξη του ναού.
Όλα αυτά ήταν θέματα που απασχολούσαν τη Σεσάρα η οποία πάρα πολύ είχε οργιστεί με την συμπεριφορά της μικρούλας Κίσσας που εκείνη μέχρι τότε, από σεβασμό στον πατέρα της είχε προστατέψει και διατηρήσει αμόλυντη, στην πιο σημαντικη μάλιστα θέση, αυτή του κράχτη, και τώρα η μικρή αποποιόταν.
Μια και δυο ξεκινάει η Σεσάρα και πάει να βρει τον πατέρα της Κίσσας στην Πιερία. Το και το, του λέει για τα καμώματα της κόρης του Κίσσας κι εκείνος αφού την άκουσε προσεκτικά της είπε.
"-Κάνε ότι θέλεις. Μία μου έχει απομείνει, όλες οι άλλες γίναν πουλιά και πετάξαν μακριά. Τις καταράστηκαν οι μούσες μετά την ήττα τους στο διαγωνισμό τραγουδιού και μόνο με έναν καινούργιο διαγωνισμό εφόσον αυτές κερδίσουν, θα ξαναπάρουν πίσω τη μορφή τους. Αλλά ο διαγωνισμός αυτός θα γίνει με την ενηλικιώση της Κίσσας, που ειναι η πιο μικρή και δεν είχε πάρει μέρος στον πρώτο. Γι' αυτό είναι σημαντικό να συνεχίσει την εξάσκηση στο τραγούδι, ανεπηρέαστη και αμόλυντη από κάθε άλλη γήινη απόλαυση. Είχα ελπίδες ότι κάποια μέρα θα απελευθερώσει από την κατάρα των μουσών και τις αδελφές της. Αν έχει επηρεαστεί τόσο πολύ από τη ζωή των άλλων γυναικών εκεί πέρα, πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξει περιβάλλον. Είσαι όμως ελεύθερη να το χειριστείς κατά βούληση, σου έχω εμπιστοσύνη".
Και μετά από αυτά, ο φίλος της ο Πίερος αποσύρθηκε θλιμμένος στα δωματά του.
Η Σεσάρα γύρισε στον Υμηττό, άρπαξε τη μικρή από το χέρι και την έσυρε μέχρι έξω από το Ναό. Εκεί τη φόρτωσε επάνω σε μια άμαξα και έδωσε εντολή στον Αμαξά να την πάει στην Πεντέλη και να την παραδώσει στην ιέρεια της Αρτέμιδος, ώστε να φύγει από πάνω της η ευθύνη.
Η Κίσσα πάνω στην άμαξα θυμήθηκε ότι δεν πήρε μαζί της το αγαπημένο της καπέλο, και είπε στον αμαξά να την περιμένει. Μπήκε μέσα στον ναό πάλι την ώρα που η Σεσάρα και οι αδελφές της έτρωγαν όλες μαζί στην τραπεζαρία και αφού πήγε κρυφά σε όλων τα δωμάτια, έκλεψε από την κάθε μία τους, το πιο προσφιλές της αντικείμενο. Αυτό το έκανε σαν εκδίκηση προς όλες, που καμιά δεν μπήκε στον κόπο να την υπερασπιστεί και έφευγε από το μέρος εκείνο χωρίς αγκαλιές και αποχαιρετισμούς με καμία. Δεν ήξερε πως οι αδελφές της είχαν παντελή άγνοια των γεγονότων και νόμιζαν ότι κρύβεται θυμωμένη σε κάποιο θάμνο της γύρω περιοχής επειδή δεν κατάφερε να πείσει τη Σεσάρα να της αναθέσει σοβαρότερο ρόλο από αυτόν της τροβαδούρου.
Κι έτσι, δεν έφυγε μόνο σαν ανεπιθύμητη από το Σεζάρειο ναό αλλά και σαν κλέφτρα, χαρακτηρισμός ο οποίος την ακολούθησε στους αιώνες που ακολούθησαν μέχρι και σήμερα.
Εκεί στην Πεντέλη την ανέλαβε η ίδια η Άρτεμη η οποία αφού φρόντισε να επιστραφούν τα τιμαλφή στις ιέρειες της Αφροδίτης μετά από διαμεσολάβηση της τελευταίας, τιμώρησε την Κίσσα στην δια παντός τιμωρία της παρθενίας κι αυτή από τον καημό της δεν δέχτηκε να ξαναγίνει γυναίκα τις νύχτες. Με τα χρόνια ξέχασε την ιστορία της, την Σεσάρα, τις αδελφές και τον πατέρα της και ευτύχησε επιτέλους στα βουνά της Πεντέλης σαν ωδικό πτηνό, προσφέροντας ακουστική τέρψη και οπτική χαρά σε ανθρώπους και ζώα.
Μέχρι την αποφράδα εκείνη ημέρα που η Πεντέλη κάηκε, τα ζώα και τα πτηνά όσα δεν πρόλαβαν να απομακρυνθούν κάηκαν κι αυτά και η Κίσσα, μέσα στον κλονισμό από το τραγικό γεγονός, ανέκτησε τμηματικά τη μνήμη της και πέταξε με μια απόφαση πίσω στον Υμηττό. Πέταξε στην κορφή και στις παρυφές του. Πέταξε ένα γύρω σε όλη τη Γκαλοπούλα. Τραγούδησε καλώντας τις θετές αδελφές της να εμφανιστούν, αναζήτησε το Σεζάρειο, αλλά όλα εδώ και αιώνες έχουνε πάψει να υπάρχουν. Η μικρή κλέφτρα Κίσσα, αποφάσισε να εγκατασταθεί οριστικά στη Γκαλοπούλα και να ευχαριστεί τα πνεύματα, της απογοητευμένης Σεσάρας και των άλλων κοριτσιών και την ακοή όσων ζώων έχουν απομείνει στην περιοχή, με τα αιώνια παραπονιάρικα τραγούδια της. Γυναίκα όμως δεν ξανάγινε ποτέ.

Δευτέρα 12 Οκτωβρίου 2009

περιπλανώμενος

ο χιποπο-καμπους γυρνούσε
τα δυο μάτια του πάνω στη γη
και όλους μας έβλεπε απ' τη σχισμή
που ανοιγόκλεινε όταν μεθούσε

έχει ξεμείνει από κάμπους και ψάχνει
να ξεπροβάλει να αναδυθεί
από έναν κήπο ή μια αυλή
μα ούτε ένας κήπος ή έστω μια πάχνη.

ο χιποπο καμπους δεν έχει πατρίδα
δεν έχει σκεπή δεν έχει μια γη
κοιμάται γυμνός σε μια τρύπα υγρή
πρωί, γιατί νύχτα παίζει άλλη παρτίδα.

ο χιποπο κάμπους δεν ανήκει σε είδος
αφού κανείς δεν μπορεί να τον δει
ασχέτως αν είναι αιωνίως πιο κει
θ' αρκούσε μονάχα ένας τόσος δα πήδος.

Έχει ξεμείνει κι από θάλασσες, λίμνες
έχει ξεμείνει κι από οίνο να πιεί
έχει ξεμείνει και απ΄ότι ποθεί
και τρέφεται μόνο με αέρα και...ρίμες.

Σάββατο 3 Οκτωβρίου 2009

το σημείο

Μπήκα στον ποταμό που ήρεμα κυλάει ως τον καταρράκτη
δεν έχω σκεφτεί τι θα κάνω όταν φτάσω εκεί
έχω ελπίσει όμως ότι η ζωή μου θα τελειώσει νωρίτερα
κι έχω μετρήσει τις ώρες που μέσα του έχω ευχηθεί
να περάσουν
κι έχω μετρήσει μιας ζωής τα δάκρυα
που έχουν χρειαστεί για να φουσκώσει.
Στον ποταμό τον ήρεμο
που έχει το μένος του ξεσπάσει στις όχθες
που τα πράσινα χόρτα ήταν πλαγιασμένα στη γη
από ανθρώπους που πάσχισαν να ψηλώσουν τα ονειρά τους
κοιτάζοντας ανάσκελοι ένα μήνυμα στο ράμφος της νύχτας.
έχω μετρήσει πόσες σκιές είναι σκαρφαλωμένες
στους κομμένους κορμούς
κι έχω υπολογίσει στο διπλό της αντοχής μου
την απόσταση ως το στέρεο έδαφος
κι ωστόσο ετούτο εδώ το σημείο που βρίσκομαι
είναι ότι ζήτησα ποτέ χωρίς να το ξέρω
κι ότι στο μέλλον θα ευχηθώ χωρίς ποτέ μου να το πω.
κι ας πάει ο ποταμός όσο αργά ή όσο γρήγορα θέλει